Το γεγονός αυτό χαροποίησε ιδιαίτερα τη φρουρά, με αποτέλεσμα πολλοί να το εκλάβουν ως αρχή λήξης της πολιορκίας και να επαναφέρουν τις οικογένειές τους από τα Ιόνια νησιά. Παράλληλα ο αποκλεισμός έγινε πιο χαλαρός, παρότι ο κανονιοβολισμός δεν σταμάτησε.

Έτσι στις 26 του Οκτωβρίου 1825, ο Γ. Καραϊσκάκης επωφελήθηκε από τις συνθήκες αυτές και μπήκε στο Μεσολόγγι. Τρέξανε όλοι να τον δουν και να τον ευχαριστήσουν για όσα πάσχιζε και κατόρθωσε.

Το πρώτο που ζήτησε ήταν να περιέλθει τις ντάπιες και να παρατηρήσει τις θέσεις του εχθρού. Βλέποντας από πόσο κοντά πολέμαγε η φρουρά τους Τούρκους, θαύμαζε και δεν έβρισκε λόγια να την επαινέσει.

«Τέτοιο ασκέρι σαν το δικό σας, έλεγε και ξανάλεγε, δεν έχω ξαναδεί. Να μου ζήσετε, ωρέ λεβέντες».

Την άλλη μέρα, στη γενική σύναξη που έγινε, πρόβαλε το σχέδιό του:

«Αδέρφια μου καπεταναίοι, όσοι αγωνίζονται απόξω, αν κι Έλληνες κι αντρείοι κι αυτοί, όμως δε συνήθισαν να έχουν τόσο κοντά τον εχθρό, όπως εσείς, και να τον πολεμάνε, νύχτα και μέρα, τόσους μήνες τώρα. Θροφή, καθώς βλέπω, ούτε κι εσάς προμηθεύουν ταχτικά ούτε και σε εμένα κι ας έριξα, ξεπίτηδες για τούτο, το ορδί μου κοντά στην ακροθαλασσιά, στο Δραγαμέστο. Σε καλό το λοιπόν θα μας βγει να σμίξουμε τα ασκέρια μας, για να αναθαρρέψουν κι οι δικοί μου άνθρωποι και να κοντοζυγώσουν τον οχτρό, όσο τον έχετε κι εσείς εδώ. Αλλιώς δε θα μπορέσω να τους πειθαναγκάσω, αφού με αυτούς είναι κι ο Τσόγκας κι ο Ράγκος, και να τους κινήσω να ’ρθουν όξω από το Μεσολόγγι. Να τι λέω; Να μου δώσετε πεντακόσιους νοματαίους, να πηγαίνω κι εγώ να τραβήξω όσους μπορέσω, χίλιους – δυο χιλιάδες, και να φτάσω, είτε από θάλασσα είτε από στεριά, και να πιάσω τη Σκάλα ανάμεσα στ’ Αντελικό και στ’ ορδί του Κιουτάγια: Του κόβουνται τόσες οι ζαϊρέδες και θα βιαστεί να φύγει, είτε στην Πάτρα είτε στη Ναύπαχτο κι έτσι παίρνει τέλος το μπλόκο. Μπορώ, βέβαια, να τον στεναχορέσω και πιο απόμακρα από το Μεσολόγγι, μα η δυσκολία είναι πως δε βρίσκουνται κατά κει θροφές και για τούτο δεν έχουμε την ευκολία να βαστάξουμε ορδί. Εδώ όμως είναι η θάλασσα κι απ’ αυτή θα προμηθεύουμε και τα δυό ασκέρια μας».

Το σχέδιό του ήταν περίφημο. Εκείνο που τελικά ζητούσε ο Καραϊσκάκης ήταν να ενισχυθεί με σημαντική δύναμη αγωνιστών της φρουράς, ώστε να ανταποκριθεί αποτελεσματικότερα στην αποστολή του.

Οι αρχηγοί της φρουράς άκουσαν με μεγάλη προσοχή τα όσα τους είπε και βρήκαν καλό το σχέδιό του. Δεν είχαν όμως την πεποίθηση ότι, αφού βγουν οι πεντακόσιοι, έπειτα δεν θα ξανάμπαιναν μέσα.

«Κι αν, ο μη γένοιτο, λάβουν κανένα χαλασμό τότε τι κάνουμε εδώ, όπου περιμένουμε και τον Μπραΐμη; Τον ρωτάνε».

Ο Καραϊσκάκης, κάπως χολιασμένος που τον δυσκόλευαν, λέει:

«Τότες τι κοπιάζουμε όξω;»

«Οι κόποι σας, του αποκρίνεται ο Δημήτριος Μακρής, κανένα διάφορο ακόμα δε μας δώκανε. Είδες ίσαμε που μας έφερε ο οχτρός και τον διώξαμε χωρίς βοήθεια. Αποστάσαμε γράφοντας να σιμώσετε κι εσείς. Άλλος φέρνει τούτη τη δυσκολία κι άλλος την άλλη. Να ‘ρθουν κι αυτοί όλοι εδώ, να ζυγώσουν τον οχτρό, όπως εμείς, να φαγωθούμε μ’ αυτόν μύτη με μύτη και να τον διώξουμε. Αυτό να κάνετε και τίποτις άλλο! Καραϊσκάκη, μονάχα σε σένα χρωστάμε χάρη, γιατί πάσχισες και πασχίζεις – οι άλλοι είναι γεμάτοι προφάσεις».

«Κάνετε, καπεταναίοι, καθώς σας λέω, γιατί θα μετανιώσετε κι ο Θεός ας μας τα βγάλει καλά ως το τέλος».

«Τι θα μετανιώσουμε; Του ξαναποκρίνεται πάλι ο Μακρής. Εμείς εδώ μάθαμε τα νώτα του οχτρού. Πολεμήσαμε και πολεμάμε ώσπου ν’ ανθέξουμε κι αν δεν στέργουν οι όξω να ‘ρθουν βοήθεια, καβαλικεύουμε, για μια φορά ακόμα, τα κανόνια του κερατά και φεύγουμε κι ερχόμαστε και σας σμίγουμε. Και τότες τρέχουμε όλοι μαζί».

Ο Καραϊσκάκης σώπασε. Έμεινε για λίγη ώρα σκεπτικός κι έπειτα είπε:

«Ο Θεός να βοηθήσει κι εσάς κι εμάς!»

Τους παρακάλεσε να του δώσουν φουσέκια και μολύβια, γιατί ούτε πολεμοφόδια του προμήθευε η κυβέρνηση. Του έδωσαν με μεγάλη ευχαρίστηση. Αφού έμεινε τρεις μέρες, επέστρεψε στο Δραγαμέστο.

Το παραπάνω αξιοσημείωτο περιστατικό θα μπορούσε να συνδυασθεί και να αποτελεί συνέχεια των κατωτέρων δύο προηγηθέντων γεγονότων:

Πρώτον: Στις 7 Αυγούστου 1825, ο Γ. Καραϊσκάκης, έχοντας εγκαταστήσει στρατόπεδο στην περιοχή Δερβέκιστας (Ανάληψη), κατόπιν επείγουσας αίτησης των πολιορκούμενων στο Μεσολόγγι, έστειλε από τη θάλασσα σοβαρή ενίσχυση από 500 και κατ' άλλους 700 αγωνιστές υπό τους ΚίτσοΤζαβέλλα κ.ά. Έτσι, όμως, εξασθένησε σημαντικά τη δύναμή του και συνεπώς τη δυνατότητα σοβαρής παρενόχλησης των εφοδιοπομπών του Κιουταχή. Άλλωστε, αντιμετωπίζοντας και έλλειψη τροφών, αμέσως εν συνεχεία μεταστάθμευσε στην περιοχή του Δραγαμέστου (Αστακός), ώστε να ανεφοδιάζεται από τη θάλασσα.

Δεύτερον: Περί τα μέσα Σεπτεμβρίου, η εδρεύουσα στο Μεσολόγγι Διευθυντική Επιτροπή Δυτικής Χέρσου Ελλάδος, έστειλε στο Δραγαμέστο επιτροπή υπό τον Δ. Θέμελη και με συμμετοχή του αρχηγού των ενόπλων Μεσολογγιτών Αθ. Ραζηκότσικα, προκειμένου να συμβιβάσει τις χρόνιες και σοβαρές διαφορές μεταξύ, αφενός του Καραϊσκάκη και αφετέρου των επιφανών Ακαρνάνων οπλαρχηγών Γ. Τσιόγκα και Ιων. Ράγκου. Και οι παραπάνω διαφορές είχαν οξυνθεί λόγω της πρόσφατης άφιξης του Καραϊσκάκη στην Δυτική Χέρσου Ελλάδα, ορισθέντος επικεφαλής των σωμάτων της υπαίθρου, γεγονός που πιθανότατα τους ώθησε να εγκαταλείψουν το φρούριο του Μεσολογγίου. Ας σημειωθεί, ότι οι παραπάνω οπλαρχηγοί με τα σώματα τους, συνιστούσαν μέρος της φρουράς του Μεσολογγίου και είχαν στις αρχές Ιουλίου 1825, αδικαιολόγητα, χωρίς τους άνδρες τους, εγκαταλείψει το Φρούριο. Δεν είχαν, ωστόσο, μείνει αδρανείς και είχαν συγκροτήσει νέα σώματα, επιδιδόμενοι σε μεμονωμένες και ασυντόνιστες καταδρομικές ενέργειες εναντίον εχθρικών εφοδιοπομπών και εγκαταστάσεων.

Δυστυχώς, οι προσπάθειες συμφιλίωσης δεν στέφθηκαν με επιτυχία και έτσι παρήλθε ανεκμετάλλευτη η μεγάλη ευκαιρία συντονισμένης και ενιαίας δράσης των δυνάμεων της υπαίθρου, που θα μπορούσε ακόμη και να καταλήξει στη λύση της πολιορκίας του Κιουταχή, πριν αφιχθούν οι Αιγύπτιοι του Ιμπραήμ, τον Δεκέμβριο του 1825.

Ως συνήθως, ακόμη μια φορά, τα αγεφύρωτα προσωπικά πάθη και μίση ανάμεσα στους Έλληνες, είχαν παίξει τον διαλυτικό ρόλο τους.

Και το Ελληνικό στράτευμα που βρισκόταν απέξω από το Μεσολόγγι δεν έκανε πια τίποτα το σημαντικό, ως την ώρα που η δοξασμένη φρουρά, αναγκασμένη από την πείνα, άνοιξε στις 10 του Απρίλη 1826 δρόμο με το σπαθί στο χέρι προς την ελευθερία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

QOSHE - Είσοδος Γ. Καραϊσκάκη στο πολιορκούμενo Μεσολόγγι και παραμονή επί τριήμερο (26-29 Οκτωβρίου 1825) - Γεώργιος Καραϊσκάκης
menu_open
Columnists Actual . Favourites . Archive
We use cookies to provide some features and experiences in QOSHE

More information  .  Close
Aa Aa Aa
- A +

Είσοδος Γ. Καραϊσκάκη στο πολιορκούμενo Μεσολόγγι και παραμονή επί τριήμερο (26-29 Οκτωβρίου 1825)

24 1
23.04.2024

Το γεγονός αυτό χαροποίησε ιδιαίτερα τη φρουρά, με αποτέλεσμα πολλοί να το εκλάβουν ως αρχή λήξης της πολιορκίας και να επαναφέρουν τις οικογένειές τους από τα Ιόνια νησιά. Παράλληλα ο αποκλεισμός έγινε πιο χαλαρός, παρότι ο κανονιοβολισμός δεν σταμάτησε.

Έτσι στις 26 του Οκτωβρίου 1825, ο Γ. Καραϊσκάκης επωφελήθηκε από τις συνθήκες αυτές και μπήκε στο Μεσολόγγι. Τρέξανε όλοι να τον δουν και να τον ευχαριστήσουν για όσα πάσχιζε και κατόρθωσε.

Το πρώτο που ζήτησε ήταν να περιέλθει τις ντάπιες και να παρατηρήσει τις θέσεις του εχθρού. Βλέποντας από πόσο κοντά πολέμαγε η φρουρά τους Τούρκους, θαύμαζε και δεν έβρισκε λόγια να την επαινέσει.

«Τέτοιο ασκέρι σαν το δικό σας, έλεγε και ξανάλεγε, δεν έχω ξαναδεί. Να μου ζήσετε, ωρέ λεβέντες».

Την άλλη μέρα, στη γενική σύναξη που έγινε, πρόβαλε το σχέδιό του:

«Αδέρφια μου καπεταναίοι, όσοι αγωνίζονται απόξω, αν κι Έλληνες κι αντρείοι κι αυτοί, όμως δε συνήθισαν να έχουν τόσο κοντά τον εχθρό, όπως εσείς, και να τον πολεμάνε, νύχτα και μέρα, τόσους μήνες τώρα. Θροφή, καθώς βλέπω, ούτε κι εσάς προμηθεύουν ταχτικά ούτε και σε εμένα κι ας έριξα, ξεπίτηδες για τούτο, το ορδί μου κοντά στην ακροθαλασσιά, στο Δραγαμέστο. Σε καλό το λοιπόν θα μας βγει να σμίξουμε τα ασκέρια μας, για να αναθαρρέψουν κι οι δικοί μου άνθρωποι και να κοντοζυγώσουν τον οχτρό, όσο τον έχετε κι εσείς εδώ. Αλλιώς δε θα μπορέσω να τους πειθαναγκάσω, αφού με αυτούς είναι κι ο Τσόγκας κι ο Ράγκος, και να τους κινήσω να ’ρθουν όξω από το Μεσολόγγι. Να τι λέω; Να μου δώσετε πεντακόσιους νοματαίους, να πηγαίνω κι εγώ να τραβήξω όσους μπορέσω, χίλιους – δυο........

© ΑΙΧΜΗ


Get it on Google Play