Το μπαρ είναι γεμάτο. Ο Βασίλης Βασιλικός, με μαύρα γυαλιά και με την πίπα του, κοιτάζει απλανώς γύρω και ζητάει ούζο.

«Ξέρεις…», μου λέει, «…ούζο μόνο στην Ελλάδα μπορείς να πιεις. Στο εξωτερικό, δεν τραβιέται, σε χαλάει. Εδώ είναι ο κατάλληλος αέρας για ούζο». Αδιαμαρτύρητα αλλάζει συνεχώς θέση πάνω στον μπάγκο για να φωτογραφηθεί, ενώ ο κόσμος του κάνει χώρο ευγενικά. Είναι αγαπητός- φαίνεται αυτό.

Παίζει με τον φακό, ξέρει να στέκεται σωστά. Αλλά μοιάζει κουρασμένος, σαν να βαριέται. Δεν κρατάει όμως πολύ η πλήξη του. Μόλις έρχεται το ούζο και μόλις πέφτουν οι πρώτες γουλιές αρχίζει να μιλάει με ορμή, χαλαρώνει και κάνει χιούμορ: «Να σου πως εγώ γιατί κάνουμε τη συνέντευξη. Διότι φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από την εμφάνισή μου στα γράμματα. Το 1952 δημοσιεύεται το πρώτο μου βιβλίο «Η διήγηση του Ιάσονα». Ήμουν τότε 16 χρονών. Σ’αρέσει η αφορμή;».

Μ’αρέσει. 100 βιβλία σε 50 χρόνια, δηλαδή δύο το χρόνο. Ποταμός είναι ο άνθρωπος. Καπνίζει σαν φουγάρο και πίνει, χαρακτηριστικό δείγμα μιας προσωπικότητας πληθωρικής, που δεν μπορεί εύκολα να μπει σε καλούπια. Πρέσβης της Ελλάδας στην Ουνέσκο σήμερα, κλασικός κοσμοπολίτης. «Κυριαρχούν άλλοι πολιτισμοί πλέον. Οι λευκοί είμαστε 22%. Το μέλλον πάει στην Ασία, εκεί μετατοπίζεται το κέντρο βάρους στον νέο αιώνα. Θέλεις παράδειγμα; Πάρε το κινέζικο σινεμά, που κάνει θραύση παγκοσμίως, ενώ πριν μερικά χρόνια δεν υπήρχε. Μεγάλος πολιτισμός ο κινεζικός, σαν τον δικό μας τον ελληνικό».

Δεν φοράει το περίφημο καπέλο του, φοράει ένα γκρι κοστούμι. «Άλλο ένα ούζο, παρακαλώ…. μα γιατί δεν τρως τίποτα;». Πίνω μόνο, για να τον προλαβαίνω, έτσι όπως μιλάει σαν βολίδα. Ο κόσμος κρέμεται από πάνω μας. «Αν πέθαινα στα 25 θα ήμουν το μεγάλο ταλέντο της τριλογίας «Το φύλλο, το πηγάδι, τα’ αγγέλιασμα», που δεν ολοκλήρωσε το έργο του. Έτσι θα έλεγαν οι κριτικοί. Ορίστε δεν πέθανα… Και τι έγινε; Ακόμα στην τριλογία μου του 60 μείνανε. Καλύτερα όμως, γιατί όσο καλύτερα γράφουν ο κριτικοί, τόσο λιγότερο σε διαβάζει ο κόσμος».

Τα μαύρα γυαλιά του σε στυλ Ωνασίκ του πάνε γάντι. Μυστηριώδης τύπος, εραστής των ανεξιχνίαστων υποθέσεων, της πολιτικής ίντριγκας ή της κοινωνικής σκληρότητας, που τόσο του αρέσει να ψάχνει πάντα εν ψυχρώ. Έκανε το Ζ για τον Λαμπράκη, τον «Ιατροδικαστή» για την υπόθεση της γυναίκας του Νιάρχου, λογοτεχνικά ρεπορτάζ αλά Τρούμαν Καπότε για τους ρακοσυλλέκτες ή για τις μάνες των πολιτικών κρατουμένων, για τον μύθο του Στέλιου Καζαντζίδη- όλα αυτά και άλλα, ων ουκ έστι αριθμός, κινούμενος άνετα μέσα στο δημοσιογραφικό ρεπορτάζ, χωρίς ποτέ να αποκλείνει από τη λογοτεχνική σφαίρα.

Έτσι μπήκε και στην συγγραφή του Ζ. «Ήταν πολιτική γραμμή. Εκείνη την εποχή ήμουν ένα πειθήνιο όργανο του διαφωτιστή μου στην ΕΔΑ, του Μίμη Δεσποτίδη. Τόσο πολύ τον λάτρευα. Ό,τι μούλεγε το έκανα. Τον πίστευα. Όταν μου είπε «έχεις πάει ποτέ στον σκουπιδότοπο της Αθήνας; Δεν πάς μια βόλτα;» τόκανα αμέσως. Πάω και γράφω ένα καταπληκτικό ρεπορτάζ « Σωματείο ρακοσυλεκτών ο Κλεάνθης». Όταν μου λέει «έχεις δει τις μάνες των πολιτικών κρατουμένων»; Έκανα το ρεπορτάζ που συνέβαλε στην απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων στα μέσα του 60».

– Πολλοί συγγραφείς ερωτοτροπούν με τη δημοσιογραφία. Σε τι τους βοηθάει να γράφουν για το κοινό της εφημερίδας;

Ο Μπαλζακ, ο Ντοστογιέφσκι, γράφανε μυθιστορήματα για το κοινό της εφημερίδας- όχι του βιβλίου. Δεν γράφανε επιφυλλίδες όπως σήμερα. Τη διαφορά τη δείχνει η ελληνική λέξη «συγγραφέας». Για την εφημερίδα δεν γράφω μόνος μου, συν- γράφω, γράφω με…Αντίθετα, όταν θέλω να λύσω τα εσώψυχά μου κλείνομαι σε ένα δωμάτιο και λέω πως πέταξε η μύγα, πως ήτανε η νύχτα το περσινό καλοκαίρι κλπ- αυτό είναι γραφή. Συγγραφή είναι όταν σε ένα φανταστικό υποσυνείδητο έχεις τον υποτιθέμενο αναγνώστη ο οποίος σε παρακολουθεί την ώρα που γράφεις. Όχι συνειδητά, διότι τότε κατασκευάζεις ένα μπεστ-σέλερ, γνωρίζοντας την επιθυμία του κοινού. Αυτό που σου λέω εγώ είναι ασυνείδητο, βαθύτερο.

Ο πατέρας του, πολεμιστής στη Μικρά Ασία, φανατικός βενιζελικός παρότι «Βασιλικός», βουλευτής Καβάλας το 36. Η μητέρα του της Σχολής Καλογραιών της Τήνου. Και αυτός, με γαλλικά καλά και αγγλικά, μαθητής στο Κολέγιο Ανατόλια της Θεσσαλονίκης. Εκεί τον έπιασε η χάρη της τέχνης. «Είχα ένα πρόβλημα τριχόπτωσης τότε και έκανα ακτινοβολία. Λες να μου χάλασε τα υγιή κύτταρα και έτσι να έγινα εσωστρεφής; Μπορεί όμως να ήταν και η εφηβεία των 14 χρόνων. Τότε ο άνθρωπος αλλάζει μεταβολισμό και μπορεί να γυρίσει προς τα μέσα».

Η «διήγηση του Ιάσονα» τον καθιέρωσε σχεδόν αμέσως, σαν εξαιρετικό ταλέντο. «Δεν είναι θέμα ταλέντου, αλλά παιδείας. Έχουμε καθηγητές σαν τον Παπαχατζή που μας μαθαίνει απέξω τον Παπαδιαμάντη. Και ένας αμερικανός φυγάς που μας μαθαίνει τον Έλιοτ και τον Τζόις. Αυτά ήταν καθοριστικά για μένα».

Ωστόσο είναι κλασικά γαλλοθρεμένος. Όλο το έργο του είναι ένα τεράστιο ταμπλώ της μεταπολεμικής Ελλάδας, μια λογοτεχνική αναπαράσταση αισθημάτων και πολιτικών ή κοινωνικών σχέσεων. Με τον τρόπο που έβλεπαν κάποτε οι Γάλλοι τη ζωή τους μέσα από τον Φλωμπέρ ή τον Μπαλζάκ- αν και ο Βασιλικός θυμίζει περισσότερο αμερικανό με το άμεσο στυλ του. «Δεν μπορώ να γράψω αν δεν διαβάσω μια σελίδα του Μπαλζάκ. Είναι ο μόνος που με βάζει στο κλίμα. Πριν φτάσει στα πρόσωπα σου δίνει τον περίγυρο. Γενικώς, αν δεν διαβάσω, δεν γράφω. Όχι βέβαια αναγκαστικά ελληνική λογοτεχνία, γιατί αυτή καμιά φορά μπορεί να σε σταματήσει να γράφεις».

Τα ούζα πάνε κι έρχονται. Τον είχα δει τυχαία πριν μερικά χρόνια σε μια υπαίθρια αγορά στο Παρίσι να χαζεύει τις αντίκες, με το μαύρο καπέλο και τα εντυπωσιακά δαχτυλίδια- είναι μονίμως σε ταξίδι. «Μη νομίζεις πως η Ελλάδα έχει ιδιαίτερο πρόβλημα. Αντίθετα, στην Ευρώπη ο κόσμος τάχει εντελώς χαμένα. Τάχει παίξει που λέμε. Εγώ ισχυρίζομαι πως η Ελλάδα έχει προοδεύσει πολύ σήμερα».

– Οι παλιότεροι όμως, είχαν πιο έντονη την αίσθηση του εθνικού, της συνέχεια, πράγμα που τους έδινε μια άλλη πνευματικότητα νομίζω…

Ο ίδιος πήγε μπροστά εγκαταλείποντας την εστία. «Εγώ επέζησα λόγω του Μάνου. Ήρθε το 52 στη Θεσσαλονίκη, είχε διαβάσει τη «διήγηση του Ιάσονα» και μου λέει έλα στην Αθήνα. Κατάλαβε ότι στη Θεσσαλονίκη θα με τρώγανε λάχανο».

Απ’ ότι φαίνεται όμως δεν συνέβη ποτέ αυτό. Ούτε για ένα μήνα. Είχε την τύχει να γίνει το Ζ ταινία και παγκόσμιο μπεστ- σελερ και έτσι να ζει στα χρόνια της χούντας στο Παρίσι χωρίς οικονομικό πρόβλημα. Τύπωνε και πουλούσε τα βιβλία μόνος του, μέσω ανταποκριτών σε όλες τις μεγάλες πόλεις όπου υπήρχαν Έλληνες. «Πήγαινα και περιοδείες για τόνωση του ηθικού. Ήμουνα μεταξύ ΠΑΜ και ΠΑΚ, αλλά ήμουνα οργανωμένος στην ομάδα Παναγούλη. Μόνο με το ΚΚΕ, το λεγόμενο εξωτερικού, δεν συνεργάστηκα. Ήμουνα της άλλης πλευράς. Θυμάμαι σε μια γιορτή της Ουμανιτέ στο Παρίσι είχαμε δύο περίπτερα, ένα του Εσωτερικού και ένα του Εξωτερικού. Εμείς ήμασταν 15 διανοούμενοι και ένας εργάτης που τύλιγε σουβλάκια και οι άλλοι 15 εργάτες και ένας διανοούμενος. Λέω ρε παιδιά δεν κάνουμε κάτι; Να σας δώσουμε 5 διανοούμενους, να μας δώσετε 5 εργάτες να τυλίγουν τα σουβλάκια, γιατί δεν προλαβαίνουμε τον κόσμο; Οι εργάτες δέχτηκαν, οι διανοούμενοι όχι!».

-Δεν ξέρω, είμαι στενοχωρημένος και ανήσυχος. Όχι για τον Λεπέν τόσο…Οι γάλλοι έχουν θυμώσει. ΄Δεν βλέπουν το έθνος τους μέσα στην νέα Ευρώπη. Δεν τους λέει τίποτε το Ευρώ, δεν αναγνωρίζουν στα χαρτονομίσματα αυτά με τις γέφυρες τίποτε γαλλικό-όπως και οι άλλοι ευρωπαίοι, όπως κι εμείς. Και το αγαπούσαν το νόμισμά τους οι Γάλλοι.. Ελπίζω στις βουλευτικές του Ιουνίου ο κόσμος να ξαναγυρίσει στην πολιτική, να αγνοήσει τις δημοσκοπήσεις και να συσπειρωθεί. Να δούμε και πως θα πάει ο νέος αρχηγός των σοσιαλιστών…

Κλασικός σοσιαλιστής, επιφυλακτικός με την αγορά, πιστός στα δημόσια πράγματα. Όταν πήγε στην ΕΡΤ ωστόσο, πρότεινε την ελεύθερη τηλεόραση, προβλέποντας σωστά. Ίσως επειδή, έχοντας σπουδάσει το μέσον, στην Αμερική του 60, ήξερε τις κρυφές του χάρες. «Πρότεινα να φέρουμε εμείς την ιδιωτική, ώστε να έρθει με δεοντολογία, όχι μόνη της. Θα μας βρίζει, μου λέγανε τότε στην κυβέρνηση. Βεβαίως, τους απάντησα και θα σας βρίζει.. Αλλά μακροπρόθεσμα θα σας υμνεί και στις εκλογές θα σας στηρίξει. Έτσι κέρδισε τις εκλογές του 88 ο Μιττεράν, που είχε φέρει την ιδιωτική τηλεόραση του 82. Σε μας ήρθε το 90 σαν ξέφραγο αμπέλι και ιδού το αποτέλεσμα. Είναι όπλο η τηλεόραση, ένα καλάσνικοφ είναι και αν δεν το ξέρεις το μέσον μπορεί να σκοτώσεις το παιδί σου».

Σηκώνεται να φύγει. Ο κόσμος του μπαρ τον χαιρετάει, οι μπάρμεν είναι χαρούμενοι που τον σέρβιραν. Και εδώ στο Galaxy ποτέ δεν υποκρίνονται οι πότες. «Ωραία μας τα λέτε κε Βασιλικέ. Σας αγαπάμε». Ξαναβάζει τα γυαλιά και όρθιος πριν φύγει μου δίνει ένα βιβλίο και μου λέει: «Η λογοτεχνία είναι συγκίνηση. Ο ομφάλιος λώρος της είναι εδώ…» και βάζει το χέρι του στην καρδιά.

QOSHE - Η τέχνη είναι κάτι στην καρδιά – Συνομιλία με τον Βασίλη Βασιλικό - Απόστολος Διαμαντής
menu_open
Columnists Actual . Favourites . Archive
We use cookies to provide some features and experiences in QOSHE

More information  .  Close
Aa Aa Aa
- A +

Η τέχνη είναι κάτι στην καρδιά – Συνομιλία με τον Βασίλη Βασιλικό

14 0
02.12.2023

Το μπαρ είναι γεμάτο. Ο Βασίλης Βασιλικός, με μαύρα γυαλιά και με την πίπα του, κοιτάζει απλανώς γύρω και ζητάει ούζο.

«Ξέρεις…», μου λέει, «…ούζο μόνο στην Ελλάδα μπορείς να πιεις. Στο εξωτερικό, δεν τραβιέται, σε χαλάει. Εδώ είναι ο κατάλληλος αέρας για ούζο». Αδιαμαρτύρητα αλλάζει συνεχώς θέση πάνω στον μπάγκο για να φωτογραφηθεί, ενώ ο κόσμος του κάνει χώρο ευγενικά. Είναι αγαπητός- φαίνεται αυτό.

Παίζει με τον φακό, ξέρει να στέκεται σωστά. Αλλά μοιάζει κουρασμένος, σαν να βαριέται. Δεν κρατάει όμως πολύ η πλήξη του. Μόλις έρχεται το ούζο και μόλις πέφτουν οι πρώτες γουλιές αρχίζει να μιλάει με ορμή, χαλαρώνει και κάνει χιούμορ: «Να σου πως εγώ γιατί κάνουμε τη συνέντευξη. Διότι φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από την εμφάνισή μου στα γράμματα. Το 1952 δημοσιεύεται το πρώτο μου βιβλίο «Η διήγηση του Ιάσονα». Ήμουν τότε 16 χρονών. Σ’αρέσει η αφορμή;».

Μ’αρέσει. 100 βιβλία σε 50 χρόνια, δηλαδή δύο το χρόνο. Ποταμός είναι ο άνθρωπος. Καπνίζει σαν φουγάρο και πίνει, χαρακτηριστικό δείγμα μιας προσωπικότητας πληθωρικής, που δεν μπορεί εύκολα να μπει σε καλούπια. Πρέσβης της Ελλάδας στην Ουνέσκο σήμερα, κλασικός κοσμοπολίτης. «Κυριαρχούν άλλοι πολιτισμοί πλέον. Οι λευκοί είμαστε 22%. Το μέλλον πάει στην Ασία, εκεί μετατοπίζεται το κέντρο βάρους στον νέο αιώνα. Θέλεις παράδειγμα; Πάρε το κινέζικο σινεμά, που κάνει θραύση παγκοσμίως, ενώ πριν μερικά χρόνια δεν υπήρχε. Μεγάλος πολιτισμός ο κινεζικός, σαν τον δικό μας τον ελληνικό».

Δεν φοράει το περίφημο καπέλο του, φοράει ένα γκρι κοστούμι. «Άλλο ένα ούζο, παρακαλώ…. μα γιατί δεν τρως τίποτα;». Πίνω μόνο, για να τον προλαβαίνω, έτσι όπως μιλάει σαν βολίδα. Ο κόσμος κρέμεται από πάνω μας. «Αν πέθαινα στα 25 θα ήμουν το μεγάλο ταλέντο της τριλογίας «Το φύλλο, το πηγάδι, τα’ αγγέλιασμα», που δεν ολοκλήρωσε το έργο του. Έτσι θα έλεγαν οι κριτικοί. Ορίστε δεν πέθανα… Και τι έγινε; Ακόμα στην τριλογία μου του 60 μείνανε. Καλύτερα όμως, γιατί όσο καλύτερα γράφουν ο κριτικοί, τόσο λιγότερο σε διαβάζει ο κόσμος».

Τα μαύρα γυαλιά του σε στυλ Ωνασίκ του πάνε γάντι. Μυστηριώδης τύπος, εραστής των ανεξιχνίαστων υποθέσεων, της πολιτικής ίντριγκας ή της κοινωνικής σκληρότητας, που τόσο........

© TVXS


Get it on Google Play